του Σταύρου Γκουγκουσκίδη
Μία από τις συνθήκες που ευνοούν την εμφάνιση καταθλιπτικών αντιδράσεων είναι και αυτή στην οποία εμφανίζεται το ονομαζόμενο «Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης», ή Σύνδρομο Burn-Out.
Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται για να κατηγοριοποιήσει ή να ομαδοποιήσει συμπτώματα που αντιμετωπίζει ένας άνθρωπος σε εργασιακό περιβάλλον, των οποίων η κλινική εικόνα είναι καταθλιπτική, με κύριο στοιχείο της την ψυχική εξάντληση.
Η συνθήκη αυτή περιλαμβάνει τρία βασικά σημεία:
1ο: Μία χρόνια κατάσταση όπου κάποιος αντιμετωπίζει υπερβολικά υψηλές απαιτήσεις για επαγγελματικές επιδόσεις. Ο χρόνος στην περίπτωση αυτή είναι ατομική μεταβλητή και ποικίλλει από άνθρωπο σε άνθρωπο.
2ο: Καλές προθέσεις για τους άλλους ανθρώπους, τους λήπτες των υπηρεσιών ή τους συναδέλφους.
3ο: Μη ύπαρξη συγκεκριμένων ελέγξιμων κριτηρίων και συνθηκών για την επιτυχία.
Όταν κάποιος άνθρωπος λειτουργεί μέσα στο παραπάνω πλαίσιο και για μία περίοδο λείψουν ή δεν γίνονται φανερές οι επιτυχίες, μπορεί να φτάσει σε καταθλιπτική αντίδραση. Το τρίτο σημείο, τα «μη ελέγξιμα κριτήρια για την επιτυχία» είναι και ο λόγος που το σύνδρομο burn-out θερίζει στα ψυχοκοινωνικά επαγγέλματα.
Οι καλές προθέσεις δεν αποφασίζουν για την αντίδραση των άλλων. Ως επαγγελματίας μπορώ να έχω όσες καλές προθέσεις θέλω. Την αντίδραση των άλλων δεν μπορώ να την ελέγξω. Και η αντίδραση των άλλων είναι η λεγόμενη «επιτυχία». Τα κοινωνικά επαγγέλματα πρέπει να βρουν άλλες μεθόδους που να ορίζουν τι συνιστά επιτυχία και τι αποτυχία σε κάθε πλαίσιο εργασίας. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να ελέγξουν την τρίτη μεταβλητή της παραπάνω συνθήκης και να προλάβουν καταθλιπτικές αντιδράσεις εξουθενωμένων, ψυχικά, επαγγελματιών.
Αν κάποιος με ψυχοκοινωνικό επάγγελμα επιμένει και …θέλει να πάθει burn-out μπορεί να το κάνει με έναν απλό τρόπο: πρέπει να αρχίσει να αναλαμβάνει την ευθύνη για πράγματα που δεν μπορεί να ελέγξει! Για παράδειγμα, τη συμπεριφορά των άλλων ανθρώπων.